ΨΑΛΜΟΣ Ι (10)
Εἰς τὸ τέλος· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ. | |
1 (Μασ. 11) Ἐπὶ τῷ Κυρίῳ πέποιθα· πῶς ἐρεῖτε τῇ ψυχῇ μου· μεταναστεύου ἐπὶ τὰ ὄρη ὡς στρουθίον; | 1
(Μασ. 11) Εγώ έχω στηρίζει την πεττοίθησιν και την ελπίδα μου στον
παντοδύναμον Κυριον και πως σεις μου λέγετε· “φύγε, μετανάστευσε από
εδώ, πέταξε σαν στρουθίον τρομαγμένον εις τα βουνά, δια να εύρης εκεί
την σωτηρίαν σου;” |
2 ὅτι ἰδοὺ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἐνέτειναν τόξον, ἡτοίμασαν βέλη εἰς φαρέτραν τοῦ κατατοξεῦσαι ἐν σκοτομήνῃ τοὺς εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ. | 2
Φυγε, μου λέγουν, διότι οι αμαρτωλοί άνθρωποι έχουν ετοιμάσει τα βέλη
των, δια να τα εκτοξεύσουν με μανίαν από τον σκοτεινόν τόπον, που
ενεδρεύουν, εναντίον των απονηρεύτων και εναρέτων ανθρώπων. |
3 ὅτι ἃ σὺ κατηρτίσω, αὐτοὶ καθεῖλον· ὁ δὲ δίκαιος τί ἐποίησε; | 3
Ολα όσα, συ Κυριε, σοφώς και δικαίως έχεις νομοθετήσει, αυτοί τα
κρημνίζουν και τα καταπατούν. Και επάνω εις την αλαζονείαν των ερωτούν·
“ποίον είναι λοιπόν το κέρδος του δικαίου; Κανένα”. |
4
Κύριος ἐν ναῷ ἁγίῳ αὐτοῦ· Κύριος ἐν οὐρανῷ ὁ θρόνος αὐτοῦ. οἱ ὀφθαλμοὶ
αὐτοῦ εἰς τὸν πένητα ἀποβλέπουσι, τὰ βλέφαρα αὐτοῦ ἐξετάζει τοὺς υἱοὺς
τῶν ἀνθρώπων. | 4
Ο Κυριος όμως ευρίσκεται ακατανίκητος στον ουρανόν και στον ιερόν ναόν
του. Ο Κυριος έχει στήσει τον δικαστικόν του θρόνον υψηλά στον ουρανόν.
Από εκεί οι οφθαλμοί του βλέπουν με προσοχήν και με ευμένειαν τον
ταλαιπωρούμενον πτωχόν. Διεισδυτικά εξετάζουν και διακρίνουν τους υιούς
των ανθρώπων. |
5 Κύριος ἐξετάζει τὸν δίκαιον καὶ τὸν ἀσεβῆ, ὁ δὲ ἀγαπῶν τὴν ἀδικίαν μισεῖ τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν. | 5
Ο Κυριος εξετάζει και ξεχωρίζει με ακρίβειαν, χωρίς καμμίαν πλάνην, τον
δίκαιον και τον ασεβή. Οποιος δε αγαπά την αδικίαν και επιμένει εις
αυτήν, αυτός μισεί και βλάπτει κυρίως τον εαυτόν του. |
6 ἐπιβρέξει ἐπὶ ἁμαρτωλοὺς παγίδας, πῦρ καὶ θεῖον καὶ πνεῦμα καταιγίδος ἡ μερὶς τοῦ ποτηρίου αὐτῶν. | 6
Ο Κυριος θα εξαπολύση, ωσάν βροχήν, και θα γεμίση με ολεθρίας παγίδας
τον δρόμον των αμαρτωλών ανθρώπων, θα ρίψη εναντίον των φωτιάν και
θειάφι, θα εξαπολύση βίαιον και ορμητικόν άνεμον, δια να αναρριπίζη την
φλόγα. Αυτό θα είναι το ποτήριον της οργής του Θεού κατάπικρον εναντίον
των αμαρτωλών ανθρώπων. |
7 ὅτι δίκαιος Κύριος, καὶ δικαιοσύνας ἠγάπησεν, εὐθύτητας εἶδε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ. | 7 Διότι ο Κυριος είναι δίκαιος και αγαπά δικαιοσύνας, στρέφει τους οφθαλμούς του με ιλαρότητα και ευμένειαν στους ευθείς και αγαθούς ανθρώπους. |