ΨΑΛΜΟΣ ΞΖ (67)
1 Εἰς τὸ τέλος· ᾠδῆς ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ. | |
2 (Μασ. 68) ΑΝΑΣΤΗΤΩ ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ, καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν. | 2
(Μασ. 68) Ας εγερθή ο Θεός, ας κάμη αισθητήν την παρουσίαν και την
δύναμίν του ο Κυριος, και αμέσως οι εχθροί του θα διασκορπισθούν. Θα
φύγουν πανικόβλητοι από εμπρός του όλοι εκείνοι, οι οποίοι τον μισούν. |
3 ὡς ἐκλείπει καπνός, ἐκλιπέτωσαν· ὡς τήκεται κηρὸς ἀπὸ προσώπου πυρός, οὕτως ἀπολοῦνται οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ. | 3
Οπως εξαφανίζεται και διαλύεται ο καπνός, έτσι θα εξαφανισθούν και
αυτοί. Οπως διαλύεται το κηρί εμπρός στο πυρ, κατά παρόμοιον τρόπον θα
εξολοθρευθούν και οι αμαρτωλοί εμπρός εις την παρουσίαν του παντοδυνάμου
Θεού. |
4 καὶ οἱ δίκαιοι εὐφρανθήτωσαν, ἀγαλλιάσθωσαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τερφθήτωσαν ἐν εὐφροσύνῃ. | 4
Οι δίκαιοι όμως θα ευφρανθουν. Θα πλημμυρίσουν από αγαλλίασιν ενώπιον
του Θεού. Θα απολαύσουν θεοσδότους τέρψεις με κάθε ευφροσύνην. |
5 ᾄσατε τῷ Θεῷ, ψάλατε τῷ ὀνόματι αὐτοῦ· ὁδοποιήσατε τῷ ἐπιβεβηκότι ἐπὶ δυσμῶν, Κύριος ὄνομα αὐτῷ, καὶ ἀγαλλιᾶσθε ἐνώπιον αὐτοῦ. | 5
Ψαλατε, λοιπόν, προς τον Θεόν, συνθέσατε αρμονικούς ύμνους εις δόξαν
του Ονοματός του. Ετοιμάσατε εις την έρημον την όδον, δι' εκείνον ο
οποίος ως θριαμβευτής κάθεται επάνω στο άρμα και προχωρεί προς δυσμάς
εις την γην της επαγγελίας. Κυριος είναι το όνομά του. Σκιρτήσατε οι
πιστοί από αγαλλίασιν ενώπιον αυτού. |
6 ταραχθήσονται ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ, τοῦ πατρὸς τῶν ὀρφανῶν καὶ κριτοῦ τῶν χηρῶν· ὁ Θεὸς ἐν τόπῳ ἁγίῳ αὐτοῦ. | 6
Οι άδικοι και οι παράνομοι θα τρομάξουν και με μόνην την εμφάνισιν
αυτού, διότι αυτός είναι ο πατήρ και προστάτης των ορφανών, ο κριτής και
υπερασπιστής των χηρών. Ας το ακούσουν οι άδικοι· υπάρχει ο Θεός στον
ιερόν τόπον της κατοικίας του, στον ναόν, και παρακολουθεί τα πάντα. |
7 ὁ
Θεὸς κατοικίζει μονοτρόπους ἐν οἴκῳ ἐξάγων πεπεδημένους ἐν ἀνδρείᾳ,
ὁμοίως τοὺς παραπικραίνοντας, τοὺς κατοικοῦντας ἐν τάφοις. | 7
Ο Θεός εγκαθιστά εις οίκον και αναδεικνύει ευτυχισμένους οικογενειάρχες
τους μεμονωμένους και εγκαταλελειμμένους, οι όποιοι πιστεύουν εις
αυτόν. Αυτός βγάζει ανδρείους από τας φυλακάς τους αλυσοδεμένους και
λυτρώνει από τας αιχμαλωσίας. Αυτός επίσης, εκείνους, οι οποίοι με τας
παραβάσεις των τον πικραίνουν, τους αφήνει στους σκοτεινούς τάφους της
δυστυχίας των. |
8 ὁ Θεός, ἐν τῷ ἐκπορεύεσθαί σε ἐνώπιον τοῦ λαοῦ σου, ἐν τῷ διαβαίνειν σε ἐν τῇ ἐρήμῳ. (διάψαλμα). | 8
Ω Κυριε και Θεέ! Οταν έβγαινες από την Αίγυπτον, προπορευόμενος του
λαού σου, όταν μαζή σου διέβαινε την έρημον ο λαός, η γη συνεκλονίσθη. |
9 γῆ ἐσείσθη, καὶ γὰρ οἱ οὐρανοὶ ἔσταξαν ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ τοῦ Σινᾶ, ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ ᾿Ισραήλ. | 9
Οι δε ουρανοί έβρεξαν το μάνα κατόπιν εντολής του Θεού, ο όποιος είχε
φανερωθή στο όρος Σινά. Εγινε τούτο αμέσως μόλις παρουσιάσθη ο Θεός στον
ισραηλιτικόν λαόν. |
10 βροχὴν ἑκούσιον ἀφοριεῖς, ὁ Θεός, τῇ κληρονομίᾳ σου, καὶ ἠσθένησε, σὺ δὲ κατηρτίσω αὐτήν. | 10
Εν τη απείρω σου καλωσύνη και ευμενεία, ω Θεέ, βροχήν πλουσίων δωρεών
έστειλες από τον ουρανόν, στον ισραηλιτικόν λαόν, που είναι κληρονομία
σου. Και ότάν αυτοί απέκαμαν και εξησθένησαν, συ τους εστήριξες μέχρι
της εγκαταστάσεώς των εις την γην της Επαγγελίας. |
11 τὰ ζῷά σου κατοικοῦσιν ἐν αὐτῇ· ἡτοίμασας ἐν τῇ χρηστότητί σου τῷ πτωχῷ, ὁ Θεός. | 11
Και τα ζώα του λαού σου, τα οποία είναι και αυτά ιδικά σου, θα ζουν
πλέον και θα παχύνωνται μέσα εις την αφθονίαν της γης αυτής, την οποίαν
συ με την καλωσύνην σου έκαμες εύφορον και γόνιμον, ω Θεέ, δια τους
πτωχούς του λαού σου. |
12 Κύριος δώσει ρῆμα τοῖς εὐαγγελιζομένοις δυνάμει πολλῇ, | 12
Ο Κυριος δίδει και θα δίδη πάντοτε λόγον και εντολήν αυθεντίας και
κύρους εις εκείνους, οι οποίοι με ευγλωττίαν και δυνατήν φωνήν θα
ευαγγελίζονται το άγγελμα της νίκης λέγοντες προς τον λαόν· |
13 ὁ βασιλεὺς τῶν δυνάμεων τοῦ ἀγαπητοῦ, τῇ ὡραιότητι τοῦ οἴκου διελέσθαι σκῦλα. | 13
Ο βασιλεύς και κύριος των στρατιωτικών δυνάμεων του αγαπητού του λάου,
του ισραηλιτικού, παραγγέλλει να μοιρασθούν τα λάφυρα μεταξύ των
Ισραηλιτών δια τον καλλωπισμόν των οικιών των και εις ανάμνησιν των
δωρεών του Θεού. |
14 ἐὰν κοιμηθῆτε ἀνὰ μέσον τῶν κλήρων, πτέρυγες περιστερᾶς περιηργυρωμέναι, καὶ τὰ μετάφρενα αὐτῆς ἐν χλωρότητι χρυσίου. | 14
Οταν νικηταί τότε αναπαύεαθε εις τα δοθέντα προς ημάς με κλήρον μερίδια
της γης Χαναάν, θα γίνετε περιφανείς και ένδοξοι. Θα ομοιάζετε προς
πτέρυγας της περιστεράς, που από το χρώμα των παρουσιάζονται σαν
επαργυρωμέναι και με χρυσοπράσινα μεταξύ των πτερύγων των πτερά. |
15 ἐν τῷ διαστέλλειν τὸν ἐπουράνιον βασιλεῖς ἐπ᾿ αὐτῆς, χιονωθήσονται ἐν Σελμών. | 15
Οταν ο επουράνιος Κυριος διεσκόρπιζε πανικοβλήτους τους αλλοφύλους
βασιλείς της Χαναάν, οι Ισραηλίται, κατάφορτοι από τα λάφυρα, ήσαν
λαμπροί ωσάν το χιονισμένον όρος Σελμών. |
16 ὄρος τοῦ Θεοῦ, ὄρος πῖον, ὄρος τετυρωμένον, ὄρος πῖον. | 16 Το όρος του Θεού, η Σιών. Ορος παχύ, όρος στερεόν, όρος πλουσίας πνευματικής ζωής. |
17 ἱνατί ὑπολαμβάνετε, ὄρη τετυρωμένα, τὸ ὄρος, ὃ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς κατοικεῖν ἐν αὐτῷ; καὶ γὰρ ὁ Κύριος κατασκηνώσει εἰς τέλος. | 17
Διατί παίρνετε τον λόγον και παραπονείσθε σεις όρη μεγάλα και στερεά
δια τα όρος της, Σιών, στο οποίον ηυδόκησεν ο Θεός να κατοική; Πράγματι ο
Κυριος θα κατοική εκεί μέχρι τέλους του παρόντος κόσμου. |
18 τὸ ἅρμα τοῦ Θεοῦ μυριοπλάσιον, χιλιάδες εὐθηνούντων· Κύριος ἐν αὐτοῖς ἐν Σινᾷ ἦν, ἐν τῷ ἁγίῳ. | 18
Το ένδοξον άρμα, επάνω στο οποίον κάθεται ο Θεός, ο ερχόμενος, δια να
κατοικήση εις την Σιών, το συνοδεύουν μυριάδες και χιλιάδες αγγέλων και
αγίων πλημμυρισμένοι από χαράν. Ο Κυριος, όπως άλλοτε εν μέσω των
αγγέλων αυτού ήτο στο όρος Σινά, έτσι και τώρα είναι στον άγιον τόπον. |
19 ἀνέβης εἰς ὕψος, ᾐχμαλώτευσας αἰχμαλωσίαν, ἔλαβες δόματα ἐν ἀνθρώποις, καὶ γὰρ ἀπειθοῦντας τοῦ κατασκηνῶσαι. | 19
Υψιστε Κυριε, ανέβης εις την Σιών. Ανέβης εις τα ανώτατα ύψη του
ουρανού, αφού κατήγαγες θρίαμβον εις την γην, συνέλαβες αιχμαλώτους,
επήρες φόρον υποτέλειας από τους υποδουλωθέντας προς σε λαούς. Ακόμη δε
και από δυστροπούντας, οι οποίοι υπετάγησαν εις σέ, ώστε να
κατασκηνώσης, εν τη αγαθότητί σου, εν μέσω αυτών. |
20 Κύριος ὁ Θεὸς εὐλογητός, εὐλογητὸς Κύριος ἡμέραν καθ᾿ ἡμέραν· κατευοδώσαι ἡμῖν ὁ Θεὸς τῶν σωτηρίων ἡμῶν. (διάψαλμα). | 20
Ο Κυριος και μόνος αληθινός Θεός ας είναι ευλογημένος, ας είναι ο μόνος
δοξασμένος και ευλογημένος όλας τας ημέρας. Είθε να μας κατευοδώση ο
Κυριος, ο οποίος πολλές φορές μέχρι σήμερον υπήρξεν η σωτηρία μας. |
21 ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ Θεὸς τοῦ σῴζειν, καὶ τοῦ Κυρίου Κυρίου αἱ διέξοδοι τοῦ θανάτου. | 21
Ο Θεός μας είναι ο Θεός, ο οποίος μας σώζει. Εις αυτόν τον Κυριον και
Θεόν μας οφείλεται το γεγονός, ότι πολλές φορές απηλλάγημεν από
θανασίμους κινδύνους. |
22 πλὴν ὁ Θεὸς συνθλάσει κεφαλὰς ἐχθρῶν αὐτοῦ, κορυφὴν τριχὸς διαπορευομένων ἐν πλημμελείαις αὐτῶν. | 22
Αλλ' εάν ο Θεός προστατεύη και σώζη τον ευσεβή λαόν, συντρίβει και θα
συντρίψη τας κεφαλάς των εχθρών του, τας αλαζονικάς κεφαλάς τας
στολισμένας με πλουσίαν υπερήφανον κόμην. Θα συντρίψη την κεφαλήν
εκείνων, οι οποίοι ζουν και περιφέρονται μέσα εις τας αμαρτίας των. |
23 εἶπε Κύριος· ἐκ Βασὰν ἐπιστρέψω, ἐπιστρέψω ἐν βυθοῖς θαλάσσης. | 23
Είπεν ο Κυριος· Θα επαναφέρω τους εχθρούς από το όρος Βασάν, εάν
καταφύγουν εκεί και αποκρυβούν εις τα πυκνά του δάση· έστω και αν
βυθισθούν εις την θάλασσαν, θα τους ανασύρω από τους βυθούς της και θα
τους επαναφέρω, |
24 ὅπως ἂν βαφῇ ὁ πούς σου ἐν αἵματι, ἡ γλῶσσα τῶν κυνῶν σου ἐξ ἐχθρῶν παρ᾿ αὐτοῦ. | 24
δια να σφαγούν και να ρεύση τόσον άφθονον το αίμα των, ώστε εις αυτό να
βαφούν, ω Ισραηλίται, οι πόδες σας, και αι γλώσσαι των σκυλιών σας να
βαφούν και αυταί στο αίμα των εχθρών σας. |
25 ἐθεωρήθησαν αἱ πορεῖαί σου, ὁ Θεός, αἱ πορεῖαι τοῦ Θεοῦ μου τοῦ βασιλέως τοῦ ἐν τῷ ἁγίῳ. | 25
Εγιναν αισθηταί και θεαταί εκ μέρους όλων μας αι πορείαι σου, ω Θεέ
μου. Αι επεμβάσεις σου του Θεού και βασιλέως μας, έγιναν φανεραί στον
ιερόν τούτον λόφον Σιών. |
26 προέφθασαν ἄρχοντες ἐχόμενοι ψαλλόντων ἐν μέσῳ νεανίδων τυμπανιστριῶν. | 26
Προπορεύονται εμπρός από την ενθουσιώδη συνοδείαν άρχοντες, οι οποίοι
ακολουθούνται από μουσικούς, που παίζουν έγχορδα όργανα ανάμεσα εις
νεανίδας, που κτυπούν τα τύμπανα. |
27 ἐν ἐκκλησίαις εὐλογεῖτε τὸν Θεόν, Κύριον ἐκ πηγῶν ᾿Ισραήλ. | 27
Και όλοι μαζή ψάλλουν· Συναθροισθήτε εις ιεράς συνάξεις και
δοξολογήσατε τον Θεόν, τον Κυριον, όλοι οι Ισραηλίται, οι απόγονοι της
αστειρεύτου πηγής του Ιακώβ. |
28 ἐκεῖ Βενιαμὶν νεώτερος ἐν ἐκστάσει, ἄρχοντες ᾿Ιούδα ἡγεμόνες αὐτῶν, ἄρχοντες Ζαβουλών, ἄρχοντες Νεφθαλείμ. | 28
Εκεί εις την ιεράν αυτήν λιτανείαν, υπάρχει ο νεώτερος από όλους τους
δώδεκα πατριάρχας, ο Βενιαμίν, έκθαμβος και σαν έξω από τον εαυτόν του
εξ αιτίας της μεγάλης του χαράς. Εκεί είναι η αρχηγοί της φυλής του
Ιούδα με τους άλλους άρχοντας. Εκεί υπάρχουν οι άρχοντες της φυλής
Ζαβουλών και οι άρχοντες της φυλής Νεφθαλείμ. |
29 ἔντειλαι, ὁ Θεός, τῇ δυνάμει σου, δυνάμωσον, ὁ Θεός, τοῦτο, ὃ κατειργάσω ἐν ἡμῖν. | 29
Δώσε, Κυριε, εντολήν εις την δύναμίν σου, να συμπαρασταθή στον λαόν
σου. Ενίσχυσε, Θεέ μου, το έργον τούτο, το οποίον συ επραγματοποίησες εν
μέσω ημών. |
30 ἀπὸ τοῦ ναοῦ σου ἐπὶ ῾Ιερουσαλὴμ σοὶ οἴσουσι βασιλεῖς δῶρα. | 30
Με θαυμασμόν και ευλάβειαν προς τον ναόν σου, ο οποίος υψούται επάνω
εις την Ιερουσαλήμ, θα ανέλθουν επί της Σιών και θα σου προσφέρουν δώρα
λατρείας οι βασιλείς του κόσμου. |
31
ἐπιτίμησον τοῖς θηρίοις τοῦ καλάμου· ἡ συναγωγὴ τῶν ταύρων ἐν ταῖς
δαμάλεσι τῶν λαῶν τοῦ ἐγκλεισθῆναι τοὺς δεδοκιμασμένους τῷ ἀργυρίῳ·
διασκόρπισον ἔθνη τὰ τοὺς πολέμους θέλοντα. | 31
Ελεγξε και επιτίμησε τους αμαρτωλούς και αγρίους λαούς, που ομοιάζουν
προς θηρία και κροκοδείλους κρυμμένους στους καλαμώνας των ελών. Ωσάν
αγέλη αγρίων ταύρων ανάμεσα εις τας δαμάλεις ομοιάζουν οι συνηγμένοι
βάρβαροι αυτοί λαοί, που θέλουν να πολιορκήσουν τον λαόν σου, τον
καθαρόν ως άργυρον στο χωνευτήριον. Διασκόρπισε, Κυριε, τα έθνη, τα
οποία θέλουν τους πολέμους. |
32 ἥξουσι πρέσβεις ἐξ Αἰγύπτου, Αἰθιοπία προφθάσει χεῖρα αὐτῆς τῷ Θεῷ. | 32
Και αφού τα διασκορπίσης και αποκατασταθή η ειρήνη, θα έλθουν πρέσβεις
από την Αίγυπτον εις την Ιερουσαλήμ. Και αυτή η μακρυνή Αιθιοπία θα
απλώση με προθυμίαν το χέρι της γεμάτο δώρα προς τον Θεόν της
Ιερουσαλήμ. |
33 αἱ βασιλεῖαι τῆς γῆς, ᾄσατε τῷ Θεῷ, ψάλατε τῷ Κυρίῳ. (διάψαλμα). | 33 Σεις, αι βασιλείαι της γης δοξολογήσατε τον Θεόν. Συνθέσατε ψαλμούς εις δόξαν του Κυρίου. |
34 ψάλατε τῷ Θεῷ τῷ ἐπιβεβηκότι ἐπὶ τὸν οὐρανὸν τοῦ οὐρανοῦ κατὰ ἀνατολάς· ἰδοὺ δώσει τῇ φωνῇ αὐτοῦ φωνὴν δυνάμεως. | 34
Ψαλατε στον Θεόν, ο οποίος ωσάν επί μεγαλοπρεπούς άρματος ανεβαίνει εις
τα ανώτατα σημεία του ουρανού προς ανατολάς. Ιδού, θα δώση φωνήν, και η
φωνή του θα γίνη βροντή δυνατή. |
35 δότε δόξαν τῷ Θεῷ· ἐπὶ τὸν ᾿Ισραὴλ ἡ μεγαλοπρέπεια αὐτοῦ, καὶ ἡ δύναμις αὐτοῦ ἐν ταῖς νεφέλαις. | 35
Δωσατε δόξαν στον Θεόν. Η μεγαλοπρέπεια αυτού εκτείνεται προστατευτική
επάνω στον ισραηλιτικόν λαόν και η δύναμίς του απλώνεται επάνω από τα
νέφη, από το ένα άκρον έως το άλλο άκρον του ορίζοντος. |
36 θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ· ὁ Θεὸς ᾿Ισραήλ, αὐτὸς δώσει δύναμιν καὶ κραταίωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ. εὐλογητὸς ὁ Θεός. | 36 Αξιοθαύμαστος είναι ο Θεός δια την προστασίαν, που παρέχει στους αγίους του. Ο Θεός του ισραηλιτικού λαού αυτός θα δώση δύναμιν εις ενίσχυσιν και σωτηρίαν του λαού του. Δοξασμένος ας είναι Κυριος ο Θεός. |