ΨΑΛΜΟΣ ΟΗ (78)
Ψαλμὸς τῷ ᾿Ασάφ. | |
1 (Μασ. 79) Ο ΘΕΟΣ, ἤλθοσαν ἔθνη εἰς τὴν κληρονομίαν σου, ἐμίαναν τὸν ναὸν τὸν ἅγιόν σου, ἔθεντο ῾Ιερουσαλὴμ ὡς ὀπωροφυλάκιον. | 1
(Μασ. 79) Ω Θεέ, ειδωλολατρικά έθνη επήλθον, εναντίον της ιδικής σου
κληρονομίας και κατεπλημμύρισαν την γην, εβεβήλωσαν τον άγιόν σου ναόν
και μετέβαλαν την Ιερουσαλήμ εις ερείπια, ωσάν μίαν αχυροκαλύβην, η
οποία είχε χρησιμεύσει δια την πρόχειρον συγκέντρωσιν των οπωρικών. |
2 ἔθεντο τὰ θνησιμαῖα τῶν δούλων σου βρώματα τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ, τὰς σάρκας τῶν ὁσίων σου τοῖς θηρίοις τῆς γῆς· | 2
Αφήκαν άταφα τα πτώματα των δούλων σου, τροφήν εις τα πτηνά του
ουρανού, και τας σάρκας των ανθρώπων των αφωσιωμένων εις σέ, ως βοράν
εις τα θηρία της γης. |
3 ἐξέχεαν τὸ αἷμα αὐτῶν ὡσεὶ ὕδωρ κύκλῳ ῾Ιερουσαλήμ, καὶ οὐκ ἦν ὁ θάπτων. | 3 Αφθονον έχυσαν το αίμα των, ωσάν το νερό κύκλω από την Ιερουσαλήμ και κανείς δεν υπήρξε να τους θάψη. |
4 ἐγενήθημεν ὄνειδος τοῖς γείτοσιν ἡμῶν, μυκτηρισμὸς καὶ χλευασμὸς τοῖς κύκλῳ ἡμῶν. | 4
Εγίναμεν περίγελως και εξευτελισμός στους γειτονικούς μας
ειδωλολατρικούς λαούς, τους Μωαβίτας, τους Αμμωνίτας και τους
Ιδουμαίους. Εγίναμεν χλευασμός και εμπαιγμός στους περικυκλούντας την
χώραν μας αλλοφύλους. |
5 ἕως πότε, Κύριε, ὀργισθήσῃ εἰς τέλος, ἐκκαυθήσεται ὡς πῦρ ὁ ζῆλός σου; | 5
Εως πότε, Κυριε, θα οργίζεσαι εναντίον μας, χωρίς και να έχη τελειωμόν η
οργή σου; Εως πότε θα αναρριπίζεται ως φοβερά πυρκαϊά εναντίον μας η
ζηλοτυπία σου; |
6 ἔκχεον τὴν ὀργήν σου ἐπὶ τὰ ἔθνη τὰ μὴ γινώσκοντά σε καὶ ἐπὶ βασιλείας, αἳ τὸ ὄνομά σου οὐκ ἐπεκαλέσαντο, | 6
Στρέψε ορμητικήν την οργήν σου εναντίον των ειδωλολατρικών εθνών, τα
οποία δεν σε αναγνωρίζουν ως Θεόν των, εναντίον των βασιλείων, τα οποία
ποτέ δεν επεκαλέσθησαν το Ονομά σου. |
7 ὅτι κατέφαγον τὸν ᾿Ιακώβ, καὶ τὸν τόπον αὐτοῦ ἠρήμωσαν. | 7 Τα έθνη και αι βασιλείαι αυταί κατέφαγαν τους απογόνους του Ιακώβ, ερήμωσαν την χώραν των. |
8 μὴ μνησθῇς ἡμῶν ἀνομιῶν ἀρχαίων· ταχὺ προκαταλαβέτωσαν ἡμᾶς οἱ οἰκτιρμοί σου, Κύριε, ὅτι ἐπτωχεύσαμεν σφόδρα. | 8
Μη ενθυμηθής, Κυριε, τας από αρχαιότατα χρόνια και μέχρι σήμερον
συνεχιζομένας αμαρτίας μας. Ταχέως, πριν καταστραφώμεν, Κυριε, ας μας
προλάβουν τα ελέη σου, διότι έχομεν περιπέσει εις αθλιωτάτην κατάστασιν. |
9
βοήθησον ἡμῖν, ὁ Θεός, ὁ σωτὴρ ἡμῶν· ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ ὀνόματός σου,
Κύριε, ρῦσαι ἡμᾶς καὶ ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν ἕνεκα τοῦ ὀνόματός
σου, | 9
Ω Θεέ, συ ο οποίος είσαι ο Θεός μας, ο σωτήρ μας, βοήθησέ μας. Προς
δόξαν του αγίου Ονόματός σου, Κυριε, γλύτωσέ μας από τους εχθρούς μας,
συγχώρησε τας αμαρτίας μας δια το Ονομά σου, το οποίον διαλαλεί πάντοτε
έλεος και ευσπλαγχνίαν. |
10
μή ποτε εἴπωσι τὰ ἔθνη· ποῦ ἔστιν ὁ Θεὸς αὐτῶν; καὶ γνωσθήτω ἐν τοῖς
ἔθνεσιν ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν ἡμῶν ἡ ἐκδίκησις τοῦ αἵματος τῶν δούλων σου
τοῦ ἐκκεχυμένου. | 10
Σώσε μας, δια να μη καταστραφώμεν και έπειτα οι ειδωλολατρικοί λαοί
είπουν· Που είναι ο Θεός των; Ας γίνη φανερά και πασίγνωστος εις τα
ειδωλολατρικά έθνη, δια να την ίδωμεν με τους οφθαλμούς μας τώρα που
ζώμεν, η εκ μέρους σου δικαία τιμωρία των δια το χυθέν από αυτούς αίμα
των δούλων σου. |
11
εἰσελθέτω ἐνώπιόν σου ὁ στεναγμὸς τῶν πεπεδημένων, κατὰ τὴν μεγαλωσύνην
τοῦ βραχίονός σου περιποίησαι τοὺς υἱοὺς τῶν τεθανατωμένων. | 11
Ο στεναγμός των αλυσοδεμένων αιχμαλώτων Ιουδαίων ας φθάση ενώπιόν σου,
Κυριε. Και σύμφωνα με την μεγαλειώδη και παντοδύναμον ισχύν του
βραχίονός σου, λάβε υπό την προστασίαν σου, σώσε και περιποιήσου τα
παιδιά των φονευθέντων. |
12 ἀπόδος τοῖς γείτοσιν ἡμῶν ἑπταπλασίονα εἰς τὸν κόλπον αὐτῶν τὸν ὀνειδισμὸν αὐτῶν, ὃν ὠνείδισάν σε, Κύριε. | 12
Ανταπόδωσε στους γειτονικούς μας λαούς τιμωρίαν πολλαπλασίαν εις τας
καρδίας των και τον ονειδισμόν, με τον οποίον αυτοί σε ωνείδισαν, Κυριε. |
13 ἡμεῖς δὲ λαός σου καὶ πρόβατα νομῆς σου ἀνθομολογησόμεθά σοι εἰς τὸν αἰῶνα, εἰς γενεὰν καὶ γενεὰν ἐξαγγελοῦμεν τὴν αἴνεσίν σου. | 13 Ημείς δέ, οι οποίοι είμεθα ιδικός σου λαός και πρόβατα της ιδικής σου ποίμνης, θα σε ευχαριστούμεν και θα σε δοξάζωμεν πάντοτε, δια τας ευεργεσίας σου. Θα αναγγέλλωμεν εις όλας τας γενεάς την δόξαν σου. |