ΨΑΛΜΟΣ Λς (36)
Τῷ Δαυΐδ. | |
1 (Μασ. 37) ΜΗ ΠΑΡΑΖΗΛΟΥ ἐν πονηρευομένοις μηδὲ ζήλου τοὺς ποιοῦντας τὴν ἀνομίαν· | 1
(Μασ. 37) Μη ζηλεύης και μη ποθής την φαινομενικήν ευτυχίαν εκείνων, οι
οποίοι σκέπτονται το πονηρόν. Μη ζηλεύης εκείνους, οι οποίοι πράττουν
την ανομίαν, |
2 ὅτι ὡσεὶ χόρτος ταχὺ ἀποξηρανθήσονται καὶ ὡσεὶ λάχανα χλόης ταχὺ ἀποπεσοῦνται. | 2 διότι αυτοί γρήγορα σαν το χορτάρι θα ξηρανθούν. Και σαν την πρασίνην χλόην θα μαρανθούν και θα πέσουν στο έδαφος. |
3 ἔλπισον ἐπὶ Κύριον καὶ ποίει χρηστότητα καὶ κατασκήνου τὴν γῆν, καὶ ποιμανθήσῃ ἐπὶ τῷ πλούτῳ αὐτῆς. | 3
Στήριξε την ελπίδα σου στον Κυριον, πράττε το αγαθόν και έτσι ασφαλής
και ειρηνικός θα κατοικήσης εις την γην της Επαγγελίας, και από τον
καλόν ποιμένα, τον Θεόν, θα ποιμανθής με στοργήν και θα απολαύσης τον
πλούτον της χώρας, όπου κατοικείς. |
4 κατατρύφησον τοῦ Κυρίου, καὶ δώσει σοι τὰ αἰτήματα τῆς καρδίας σου. | 4 Εντρύφημά σου και χαρά σου ας είναι ο Κυριος και αυτός θα σου δώση κάθε αγαθόν υλικόν και πνευματικόν, που ποθεί η καρδία σου. |
5 ἀποκάλυψον πρὸς Κύριον τὴν ὁδόν σου καὶ ἔλπισον ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ αὐτὸς ποιήσει | 5
Φανερόν ενώπιον του Θεού με πλήρη εμπιστοσύνην να έχης πάντοτε τον
δρόμον της ζωής σου. Εχε εις αυτόν τας ελπίδας σου και αυτός θα πράξη
εις σε εκείνο, το οποίον σε συμφέρει και σε χαροποιεί. |
6 καὶ ἐξοίσει ὡς φῶς τὴν δικαιοσύνην σου καὶ τὸ κρῖμά σου ὡς μεσημβρίαν. | 6
Θα φανερώση και θα προβάλη αυτός το δίκαιόν σου λαμπρόν ωσάν το φως,
και θα κάμη ολοφωτον την δικαίαν του κρίσιν υπέρ σου, ωσάν τον
μεσημβρινόν ήλιον. |
7 ὑποτάγηθι τῷ Κυρίῳ καὶ ἱκέτευσον αὐτόν· μὴ παραζήλου ἐν τῷ κατευοδουμένῳ ἐν τῇ ὁδῷ αὐτοῦ ἐν ἀνθρώπῳ ποιοῦντι παρανομίαν. | 7
Να υποταχθής στον Κυριον και αυτόν να παρακαλής θερμώς δια της
προσευχής σου. Μη αφήσης να καταλάβη ποτέ την καρδίαν σου η ζήλεια και ο
φθόνος δια τον άνθρωπον, που ευδοκιμεί εις την ζωήν του, ο οποίος όμως
πράττει παρανομίας. |
8 παῦσαι ἀπὸ ὀργῆς καὶ ἐγκατάλιπε θυμόν, μὴ παραζήλου ὥστε πονηρεύεσθαι· | 8
Παύσε να αγανακτής δι' αυτόν. Αφησε κατά μέρος κάθε θυμόν. Πρόσεξε, μη
τον ζηλεύης, ώστε και συ να σκέπτεσαι πονηρά, όπως εκείνος. |
9 ὅτι οἱ πονηρευόμενοι ἐξολοθρευθήσονται, οἱ δὲ ὑπομένοντες τὸν Κύριον αὐτοὶ κληρονομήσουσι γῆν. | 9
Διότι όλοι αυτοί, οι οποίοι σκέπτονται το πονηρόν και πράττουν το
κακόν, θα εξολοθρευθούν. Οσοι όμως με πίστιν στον Κυριον υπομένουν τας
θλίψεις και αναμένουν από τον Κυριον την λύτρωσιν, αυτοί θα έχουν ως
παντοτεινήν και ασφαλή κληρονομίαν των την γην και τα αγαθά της. |
10 καὶ ἔτι ὀλίγον καὶ οὐ μὴ ὑπάρξῃ ὁ ἁμαρτωλός, καὶ ζητήσεις τὸν τόπον αὐτοῦ, καὶ οὐ μὴ εὕρῃς· | 10
Καμε υπομονήν· ολίγος καιρός ακόμη θα περάση και ο αμαρτωλός, του
οποίου συ σήμερον την ευτυχίαν ημπορεί να ζηλεύης, δεν θα υπάρχη πλέον.
Θα αναζητήσης τον τόπον, στον οποίον αυτός είχε ζήσει ευτυχής, και δεν
θα τον εύρης. |
11 οἱ δὲ πραεῖς κληρονομήσουσι γῆν καὶ κατατρυφήσουσιν ἐπὶ πλήθει εἰρήνης. | 11
Εξ αντιθέτου αυτοί οι οποίοι είναι πράοι και έγιναν πράοι δια μέσου των
θλίψεων, θα είναι οι παντοτεινοί κληρονόμοι της γης της Επαγγελίας. Θα
εντρυφούν εις τα πλούσια αγαθά της και θα ζουν με πολλήν ειρήνην. |
12 παρατηρήσεται ὁ ἁμαρτωλὸς τὸν δίκαιον καὶ βρύξει ἐπ᾿ αὐτὸν τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ· | 12 Με μίσος εις την καρδίαν θα παρατηρήση ο αμαρτωλός τον δίκαιον και θα τρίξη με μανίαν τους οδόντας του εναντίον αυτού. |
13 ὁ δὲ Κύριος ἐκγελάσεται αὐτόν, ὅτι προβλέπει ὅτι ἥξει ἡ ἡμέρα αὐτοῦ. | 13 Ο Κυριος όμως θα γελάση εις βάρος του αμαρτωλού, διότι προβλέπει, ότι θα έλθη η ημέρα της τιμωρίας του και του αφανισμού του. |
14 ρομφαίαν ἐσπάσαντο οἱ ἁμαρτωλοί, ἐνέτειναν τόξον αὐτῶν τοῦ καταβαλεῖν πτωχὸν καὶ πένητα, τοῦ σφάξαι τοὺς εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ· | 14
Εγύμνωσαν την σπάθην των οι αμαρτωλοί. Ετέντωσαν το τόξον των, δια να
κτυπήσουν με αυτό και ρίψουν κατά γης νεκρόν τον ταλαιπωρημένον και τον
πτωχόν, και με την μάχαιράν των να σφάξουν όλους εκείνους, οι οποίοι
έχουν ευθείαν και ειλικρινή την καρδίαν. |
15 ἡ ρομφαία αὐτῶν εἰσέλθοι εἰς τὰς καρδίας αὐτῶν καὶ τὰ τόξα αὐτῶν συντριβείη. | 15 Η ρομφαία των θα εισέλθη και θα διαπεράση την ιδικήν των καρδίαν, τα δε τόξα των θα συντριβούν. |
16 κρεῖσσον ὀλίγον τῷ δικαίῳ ὑπὲρ πλοῦτον ἁμαρτωλῶν πολύν· | 16 Το ολίγον, αλλά τίμιον, του δικαίου ανθρώπου είναι πολυτιμότερον από τα πολλά πλούτη των αμαρτωλών. |
17 ὅτι βραχίονες ἁμαρτωλῶν συντριβήσονται, ὑποστηρίζει δὲ δικαίους ὁ Κύριος. | 17
Διότι οι βραχίονες των αμαρτωλών, που φαίνονται σήμερον τόσον ισχυροί,
θα συντριβούν μετ' ολίγον. Ο δε Θεός υποστηρίζει και υπερασπίζει τους
δικαίους. |
18 γινώσκει Κύριος τὰς ὁδοὺς τῶν ἀμώμων, καὶ ἡ κληρονομία αὐτῶν εἰς τὸν αἰῶνα ἔσται· | 18
Ο Κυριος γνωρίζει πολύ καλά και εκτιμά τους δρόμους της ζωής των
δικαίων και ειλικρινών ανθρώπων. Και με την προστασίαν Του η κληρονομία
των εις την γην των πατέρων των θα είναι παντοτεινή από γενεάς εις
γενεάν. |
19 οὐ καταισχυνθήσονται ἐν καιρῷ πονηρῷ καὶ ἐν ἡμέραις λιμοῦ χορτασθήσονται. | 19 Δεν θα εντροπιασθούν αυτοί εις περιστάσεις δυσκόλους, αλλά τουναντίον και εις εποχήν λιμού θα χορτάσουν. |
20 ὅτι οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπολοῦνται, οἱ δὲ ἐχθροὶ τοῦ Κυρίου ἅμα τῷ δοξασθῆναι αὐτοὺς καὶ ὑψωθῆναι ἐκλείποντες ὡσεὶ καπνὸς ἐξέλιπον. | 20
Ενῷ εξ αντιθέτου οι αμαρτωλοί θα εξολοθρευθούν. Οι εχθροί αυτοί του
Κυρίου αμέσως μόλις δοξασθούν ανερχόμενοι εις μεγάλα αξιώματα και
πλούτη, θα εξαφανισθούν, όπως διαλύεται και εξαφανίζεται ο καπνός. |
21 δανείζεται ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ οὐκ ἀποτίσει, ὁ δὲ δίκαιος οἰκτείρει καὶ δίδωσιν· | 21
Θα πτωχύνη ο αμαρτωλός πλούσιος. Θα ευρεθή εις την ανάγκην να ζητήση
δάνειον δεν θα ημπορέση όμως λόγω της πτωχείας του να το αποδώση. Ο
δίκαιος όμως, πλούσιος με τα δώρα του Θεού, θα συμπαθή πάντοτε τους
πτωχούς και τους έχοντας ανάγκην, και θα δίδη προς αυτούς βοήθειαν. |
22 ὅτι οἱ εὐλογοῦντες αὐτὸν κληρονομήσουσι γῆν, οἱ δὲ καταρώμενοι αὐτὸν ἐξολοθρευθήσονται. | 22
Διότι όσοι με τα λόγια και με τα έργα των δοξάζουν τον Κυριον, θα
κληρονομήσουν την γην με τα αγαθά της. Εκείνοι όμως, οι οποίοι τον
βλασφημούν, θα εξολοθρευθούν. |
23 παρὰ Κυρίου τὰ διαβήματα ἀνθρώπου κατευθύνεται, καὶ τὴν ὁδὸν αὐτοῦ θελήσει σφόδρα· | 23
Από τον Κυριον σταθερώς και ασφαλώς κατευθύνονται τα βήματα της ζωής
του αγαθού ανθρώπου προς επιτυχίαν και ευτυχίαν, διότι τον τρόπον της
ζωής του εγκρίνει και αποδέχεται πλήρως ο Κυριος. |
24 ὅταν πέσῃ, οὐ καταῤῥαχθήσεται, ὅτι Κύριος ἀντιστηρίζει χεῖρα αὐτοῦ. | 24
Και όταν ακόμη ο αγαθός άνθρωπος πέση, δεν θα ραγίση, δεν θα συντριβή,
διότι ο Κυριος θα τον υποβαστάση, θα τον συγκρατήση από το χέρι. |
25 νεώτερος ἐγενόμην καὶ γὰρ ἐγήρασα καὶ οὐκ εἶδον δίκαιον ἐγκαταλελειμμένον, οὐδὲ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ζητοῦν ἄρτους· | 25
Υπήρξα νέος και τώρα εγήρασα. Καθ' όλον δε αυτό το διάστημα της ζωής
μου δεν είδον δίκαιον άνθρωπον να εγκαταλείπεται από τον Θεόν, ούτε τους
απογόνους των να ζητιανεύουν ψωμί. |
26 ὅλην τὴν ἡμέραν ἐλεεῖ καὶ δανείζει ὁ δίκαιος, καὶ τὸ σπέρμα αὐτοῦ εἰς εὐλογίαν ἔσται. | 26
Ολας τας ημέρας της ζωής του συμπαθεί ο δίκαιος τους έχοντας ανάγκην
και τους ελεεί. Και όμως παρ' όλα δσα δίδει, οι απόγονοί του δεν θα
στερηθούν, αλλά θα ζουν μέσα εις τας ευλογίας του Θεού. |
27 ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθὸν καὶ κατασκήνου εἰς αἰῶνα αἰῶνος· | 27
Τραβήξου μακρυά από το κακόν και πράττε πάντοτε το καλόν. Τοτε θα
κατοικήσης μονίμως και ασφαλώς εις την ιεράν γην των πατέρων σου, |
28
ὅτι Κύριος ἀγαπᾷ κρίσιν καὶ οὐκ ἐγκαταλείψει τοὺς ὁσίους αὐτοῦ, εἰς τὸν
αἰῶνα φυλαχθήσονται· ἄνομοι δὲ ἐκδιωχθήσονται, καὶ σπέρμα ἀσεβῶν
ἐξολοθρευθήσεται. | 28
διότι ο Κυριος αγαπά την δικαίαν κρίσιν. Και δια τούτο δεν θα
εγκαταλείψη ποτέ τους αφωσιωμένους εις αυτόν, αλλά θα τους προστατεύη.
Και έτσι αυτοί κάτω από την θείαν προστασίαν θα διαφυλάσσωνται πάντοτε
ασφαλείς. Εξ αντιθέτου οι παράνομοι θα εξολοθρευθούν και θα εκδιωχθούν
από τον τόπον των. Και οι απόγονοι ακόμη των ασεβών ανθρώπων θα
εξολοθρευθούν. |
29 δίκαιοι δὲ κληρονομήσουσι γῆν καὶ κατασκηνώσουσιν εἰς αἰῶνα αἰῶνος ἐπ᾿ αὐτῆς. | 29
Οι δε δίκαιοι θα είναι οι παντοτεινοί κληρονόμοι της γης της Επαγγελίας
και εις αυτήν θα εγκατασταθούν μονίμως εις αιώνας αιώνων. |
30 στόμα δικαίου μελετήσει σοφίαν, καὶ ἡ γλῶσσα αὐτοῦ λαλήσει κρίσιν. | 30
Από το στόμα του δικαίου ανθρώπου θα εξέρχωνται αι σοφαί σκέψεις και
κρίσεις της διανοίας του, και η γλώσσα του θα λαλή πάντοτε το δίκαιον
και το ορθόν. |
31 ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ αὐτοῦ ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ, καὶ οὐχ ὑποσκελισθήσεται τὰ διαβήματα αὐτοῦ. | 31
Ο νόμος του Θεού είναι χαραγμένος μονίμως εις την καρδίαν του. Δια
τούτο δεν θα υποσκελισθή από κανένα ορατόν η αόρατον εχθρόν και δεν θα
σκοντάψη εις τα βήματα της ζωής του. |
32 κατανοεῖ ὁ ἁμαρτωλὸς τὸν δίκαιον καὶ ζητεῖ τοῦ θανατῶσαι αὐτόν, | 32 Ο αμαρτωλός παραμονεύει τον δίκαιον και ζητεί ευκαιρίαν να τον θανατώση. |
33 ὁ δὲ Κύριος οὐ μὴ ἐγκαταλίπῃ αὐτὸν εἰς τὰς χεῖρας αὐτοῦ, οὐδὲ μὴ καταδικάσηται αὐτόν, ὅταν κρίνηται αὐτῷ. | 33
Ο Κυριος όμως δεν θα εγκαταλείψη και δεν θα αφήση αβοήθητον τον δίκαιον
εις τα χέρια του αμαρτωλού. Ούτε θα τον αφήση να καταδικασθή, όταν θα
κρίνεται εν αντιδικία με τον επιβουλευθέντα αυτόν αμαρτωλόν. |
34 ὑπόμεινον τὸν Κύριον καὶ φύλαξον τὴν ὁδὸν αὐτοῦ, καὶ ὑψώσει σε τοῦ κατακληρονομῆσαι γῆν· ἐν τῷ ἐξολοθρεύεσθαι ἁμαρτωλοὺς ὄψει. | 34
Δείξε υπομονήν, περίμενε με ελπίδα την επέμβασιν και προστασίαν του
Κυρίου. Φυλαξε και ζήσε σύμφωνα με τας εντολάς του. Και αυτός θα σε
δοξάση, θα σε αναδείξη μέγαν, ώστε να κληρονομήσης την γην της
Επαγγελίας και τα αγαθά της. Θα ίδης δε με τα ίδια σου τα μάτια τους
αμαρτωλούς, όταν θα εξολοθρεύονται, από τον Κυριον. |
35 εἶδον τὸν ἀσεβῆ ὑπερυψούμενον καὶ ἐπαιρόμενον ὡς τὰς κέδρους τοῦ Λιβάνου· | 35 Είδα τον ασεβή να ακμάζη, να υπερυψώνεται πανίσχυρος, να ψηλώνη ωσάν τα αιωνόβια κέδρα του Λιβάνου. |
36 καὶ παρῆλθον, καὶ ἰδοὺ οὐκ ἦν, καὶ ἐζήτησα αὐτόν, καὶ οὐχ εὑρέθη ὁ τόπος αὐτοῦ. | 36
Μολις όμως επέρασα πάλιν από εκεί και ιδού, αυτός δεν υπήρχε πλέον.
Εγύρισα πίσω, ανεζήτησα να τον εύρω, αλλά δεν ημπόρεσα να εύρω ούτε τον
τόπον, στον οποίον προηγουμένως κατοικούσε. |
37 φύλασσε ἀκακίαν καὶ ἴδε εὐθύτητα, ὅτι ἐστὶν ἐγκατάλειμμα ἀνθρώπῳ εἰρηνικῷ· | 37
Προσπάθει συ να είσαι άκακος. Βλέπε πάντοτε μπροστά σου τον ευθύν
δρόμον του Θεού, διότι ο ειρηνικός άνθρωπος θα αφήση οπίσω του μνήμην
αγαθήν και ευτυχισμένους απογόνους. |
38 οἱ δὲ παράνομοι ἐξολοθρευθήσονται ἐπὶ τὸ αὐτό, τὰ ἐγκαταλείμματα τῶν ἀσεβῶν ἐξολοθρευθήσονται. | 38
Οι παράνομοι όμως θα εξολοθρευθούν όλοι μαζή. Θα διαλυθούν και θα
εξαφανισθούν τα υπολείμματα από τα πλούτη των, το όνομά των και οι
απόγονοί των. |
39 σωτηρία δὲ τῶν δικαίων παρὰ Κυρίου, καὶ ὑπερασπιστὴς αὐτῶν ἐστιν ἐν καιρῷ θλίψεως, | 39
Βεβαία όμως και ασφαλής θα έλθη από τον Κυριον η σωτηρία των δικαίων
διότι αυτός είναι ο υπερασπιστής των στον καιρόν των θλίψεων και των
δοκιμασιών των. |
40 καὶ βοηθήσει αὐτοῖς Κύριος καὶ ῥύσεται αὐτοὺς καὶ ἐξελεῖται αὐτοὺς ἐξ ἁμαρτωλῶν καὶ σώσει αὐτούς, ὅτι ἤλπισαν ἐπ᾿ αὐτόν. | 40 Ο Κυριος θα βοηθήση τους δικαίους. Θα τους απαλλάξη από τας θλίψεις και τας συμφοράς και θα τους γλυτώση από τα χέρια των αμαρτωλών. Θα τους σώση, διότι αυτοί εις εκείνον εστήριξαν τας ελπίδας των. |